Δεν τελειώνει. Από που θυμάμαι τον εαυτό μου, και στη μουσική και στα μηχανάκια, κόλλημα και με τα δυο. Ήρθαν κι άλλες λόξες που πέρασαν ή που περνάνε κύματα κατά καιρούς. B-movies. Experimental Mexican cooking. Μοντελισμός. Και χίλια δυο.
Αλλά τα μηχανάκια και η μουσική εκεί. Κι ακόμα είμαι ψάρακας. Noob. Με την ίδια λαχτάρα, βλέπω καινούριο στη βιτρίνα κι έχω αυτό το πςςς.... του να θέλω να το αγγίξω, να καβαλήσω να πάω βόλτα. Με όλα. Με ένα μονοκύλινδρο που θα χτυπάει στακάτο, με ένα ψιλοαρρύθμιστο δικυλινδράκι για να χει και πλάκα το beat... και να χτυπάει λέει δωδεκάμετρα σε καλοκαιρινά σούρουπα από τα εξατμισάκια του... και τετρακύλινδρα που να ξεσκίζονται και να μουγκρίζουν...
Και η μουσική τα ίδια... δε χορταίνεις ποτέ, ποτέ δεν έχεις αρκετό. Όταν ακούσω αρκετό ροκ ή progressive, μετά πάμε σε stoner, μετά σε jazz, μετά σε ισπανική κιθάρα, μετά σε Kitaro και ηλεκτρονικά ακούσματα, μετά πάλι ένα πέρασμα από psych του '70, κι αν σε κουράσει κι αυτό λίγο παλιό καλό άκουσμα από Ramones και Link Protrudi για να ισιώσουμε. Και μετά με τα μούτρα σε funk/soul μπητάκια, κι όταν χορτάσεις από wah βάλε και μια μπλουζιά του νότου ξύλινη ακουστική σαν του Hooker να αναστηθείς. Και λίγο μετά τζούρα από Sonics και Cramps και μπόλικο reverb για να ξαναγυρίσεις στο Immigrant Song που ξεκίνησες. Να τελειώσει; Τι να τελειώσει;
Κι αν μάθεις μια κλίμακα πετάγονται άλλες δέκα, και όλο μαθαίνεις κι όλο τίποτα δεν ξέρεις.
Κι είναι απίστευτος πλούτος αυτός. Απίστευτος. Το να έχεις στο κεφάλι σου τόσους ρυθμούς, τόσους ήχους τόσες εικόνες από βόλτες. Δεν έχω τρόπο να το γράψω καλύτερα μα στο κεφάλι μου ένα είναι όλα αυτά.
Κι όταν βρίσκεις ένα άκουσμα καινούριο είναι όχι σαν να μαθαίνεις για πρώτη φορά κάτι άγνωστο, αλλά να ανακαλύπτεις κάτι που ήταν στο μυαλό σου πάντα. Όταν ακούς το take five, όταν ακούς blue rondo a la turk, όταν ακούς echoes, είναι σαν να νιώθεις την ικανοποίηση, το θρίαμβο, ότι όλα αυτά κάποιος κατάφερε να τα πει ρε πούστη μου επιτέλους και σου ρχεται να φωνάξεις, 'αυτό'! 'Έτσι!
Το ίδιο και με τους δρόμους, πολλές φορές βλέπεις ένα δρόμο κι ήταν σαν τον είχες σκεφτεί, δέκα, πενήντα, εκατό φορές και τώρα είναι μπροστά σου. Επαρχιακός, καλοκαίρι, να μυρίζουν τα στάχυα, ο αέρας να ναι γαλάζιος, τόνοι ξανθού παντού από άχρωμο λευκό μέχρι σταράτο μπεζ και πορτοκαλί του ήλιου στο βάθος.
Είναι απίστευτος πλούτος όλα αυτά - και δεν μίλησα καν για να τα κάνεις με φίλους που εκεί πολλαπλασιάζονται στο έπακρο. Λίγη βενζίνα για το ένα, λίγο χρόνο για το άλλο - αν το αποφασίσεις είναι τελικά φτηνή η ευτυχία μας ρε συ...
Και ξέρεις, υπάρχουν τόσοι δυστυχισμένοι τύποι που ποτέ δεν πρόκειται να γουστάρουν όσο γουστάρεις εσύ με ένα δεκάρικο βενζίνα ή με ένα σόλο του Gilmour.
Ποτέ ρε φίλε. Και δεν περνιέται αυτό το γαμημένο κόμπλεξ. Κι όσα να χει πάντα φτωχός θα ναι, κι όσο πιο φτωχός θα ναι στο μυαλό, τόσο πεινασμένος θα ναι και θα προσπαθεί να πάρει και το λίγο σου. Χωρίς να καταλαβαίνει ότι τίποτα δεν θα του γεμίσει το κενό.
Αφιερωμένο σε όσους κατάλαβαν το νυχτερινό παραλήρημα, το παρακάτω...
Overhead the albatross
Hangs motionless upon the air
And deep beneath the rolling waves
In labyrinths of coral caves
An echo of a distant time
Comes willowing across the sand
And everything is green and submarine.
And no one called us to the land
And no one knows the where's or why's.
Something stirs and something tries
Starts to climb toward the light.
Hangs motionless upon the air
And deep beneath the rolling waves
In labyrinths of coral caves
An echo of a distant time
Comes willowing across the sand
And everything is green and submarine.
And no one called us to the land
And no one knows the where's or why's.
Something stirs and something tries
Starts to climb toward the light.