Όνομα: Αλέξανδρος
Επίθετο: Κουρούμπασης
Θέμα: Νευρικός
κλονισμός εν ώρα εργασίας (επισυνάπτεται σχετική μήνυση).
Εργάζομαι ως νέος υπάλληλος στα
ΚΤΕΔ (Κέντρα Τεχνικού Ελέγχου δικύκλων) και την Τετάρτην 18 Νοεμβρίου και ώρα
δεκάτην πρωινήν ήλθε για τεχνικό έλεγχο του δικύκλου του ο κ. Αλεξάκης, ή
Λύκος. Επλησίασε αργά το πόστο μου και αφού κοίταξε προσεκτικά τριγύρω με
ερώτησε: ‘Εσύ σ’ εδώ του μαγαζού;’
Στην αρχή δεν αντελήφθην τις
προθέσεις του αλλά εσυνέχισε και ακολούθησε μεταξύ μας διάλογος. ‘Ψιτ, του
μαγαζού είσαι συ εδώ; Έφερα να μου τσεκάρεις το εργαλείο.’ ‘Τι θέλετε κύριε;’
‘Ένα μπόλντορα έχω φέρει.’ ‘Τι είναι το μπόλντορας;’ ‘Ημίαιμο, διασταύρωση με
Ρεψόλ. Τι τι είναι ο μπόλντορας; Δεν ξέρεις;’ ‘Όχι.’ ‘Θα μάθεις. Σε σένα τα
φέρνουμε;’ ‘Εάν έχετε όχημα προς έλεγχο και εννοείτε αυτό, ναι, σε μένα.’ Με
εκοίταξε λοξά. ‘Αητόπουλο. Να το φέρω δηλαδή;’ ‘Ναι.’ ‘Σίγουρα έτσι; Μην
πλακώσουν τίποτα στρουμφάκια με τα μπλε ξαφνικά και μας δείξουνε στο
μεσημεριανό.’ Εκεί άρχισε να κοιτάει τριγύρω καχύποπτα, ψάχνοντας και πίσω από
τα γραφεία. ‘Σας παρακαλώ κύριε, εάν θέλετε να ελεγχθεί το όχημα σας, σας
παρακαλώ να το φέρετε στον ενδεδειγμένο χώρο.’ ‘Οκ, κράτα τσίλιες κι έρχομαι,
αν δεις κάνα καρούμπαλο μπατσικό κάνε πως χορεύεις σάλσα να σε δω από μακριά.’
Όταν ήμουν μικρός και μέναμε στο
χωριό είχα κοιμηθεί ένα βράδυ στον αχυρώνα, ο οποίος είχε κτυπηθεί από κεραυνό.
Θυμάμαι ακόμα τόσο τον ήχο όσο και τη συνολική εμπειρία μια και έκτοτε έχω
εφιάλτες. Υπάρχει λόγος που το αναφέρω μια και ο ήχος που έκανε η συγκεκριμένη
μοτοσυκλέτα ήταν σαν να βρίσκομαι ναι μεν στον αχυρώνα ξανά αλλά και μέσα σε
ένα τεράστιο ταμπούρλο των Μαορί στη
μέση του αχυρώνα το οποίο χτυπάνε συνεχώς αστροπελέκια, ενώ ολόκληρος ο
αχυρώνας είναι φτιαγμένος από τσίγκο. Καταλαβαίνετε, το σοκ ήταν δυνατό – και
ήταν μόνο το πρώτο από μια σειρά αλλεπάλληλων σοκ που με έφερε στην τωρινή,
δεινή, κατάστασή μου. Μάταια του έκανα νοήματα από μακριά να σβήσει τη μοτοσυκλέτα.
Σταμάτησε δίπλα μου μαρσάροντας και αυτός είναι και ο λόγος της διεγνωσμένης
πλέον κώφωσης, της πτώσης βλεφάρου και των ημικρανιών. Προσπάθησα να τελέσω το
καθήκον μου στο ακέραιο.
‘Θα σας παρακαλούσα να σβήσετε τη μοτοσυκλέτα.’
‘Ε;’
‘΄Σβήστε τη μοτοσυκλέτα.’
‘ΤΙΛΕΡΕ, ΔΕΝ ΑΚΟΥΩ, ΜΙΛΑ ΔΥΝΑΤΑ.’
‘ΣΒΗΣΤΟ ΛΕΜΕ ΤΟ ΜΗΧΑΝΑΚΙ, ΣΒΗΣΤΟ.’
‘ΔΕ Σ’ ΑΚΟΥΩ ΚΑΛΑ, ΚΑΝΟΥΝ ΠΟΛΥ ΘΟΡΥΒΟ ΟΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΕΣ ΓΥΡΩ
ΓΥΡΩ’
‘ΣΒΗΣΤΟ ΛΕΜΕ ΚΑΝΕΙ ΘΟΡΥΒΟ!’
‘ΠΟΙΟ;’
‘Η ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑ!’
‘Ε;’
Εκεί γύρισα μόνος μου το διακόπτη
στη θέση ΟFF μια και η περαιτέρω συννενόηση θα ήτο αδύνατη. Μόλις το
έκανα κοίταξε τριγύρω λέγοντας ‘Α, να, τώρα σταμάτησαν. Πάλι καλά.’ Προχώρησα λοιπόν στον ενδεδειγμένο έλεγχο των
ελαστικών αν και ο εν λόγω κύριος δεν επρόκειτο να με αφήσει να κάνω τη δουλειά
μου. ‘Μετζέλερ. Χλίδα. Αυτιά ξύνεις. Δε βλέπεις που χω φάει το μαρσιπιέ;’ ‘Σας
παρακαλώ κύριε.’ ‘Στην κλειστή μετά τα διόδια 220 και όλα κάτω. Τι τα κοιτάς,
κάτσε πάνω να δεις.’
Προχώρησα στον έλεγχο των
σηματοδοτών. Οι οποίοι ήτο αδύνατο να βρεθούν, ειδικά οι οπίσθιοι. ‘Τι
ψάχνεις;’ ‘Τους σηματοδότες.’ ‘Τι’ναι ρε φίλε Σκάνια; Ποιους σηματοδότες;’ ‘Τα
‘φλας’.’ ‘Ααααα, ε πέστο ελληνικά ντε! Να εδώ.’ ‘Που;’ ‘Εδώ νανάς. Έλα, το
δάχτυλο μου κοιτάς, μην το πειράζεις αυτό, είναι το πάουα κομμάντα, εδώ λέμε.’ ‘Μα
δεν βλέπω κάτι.’ ‘Ψείρες είναι, λεντάκια. Τζάμι ε;’ ‘Ψείρες;’ ‘Ναι, ξέρεις αυτό
που στο δημοτικό σε ψεκάζανε; Έλα, ψείρες λέμε!’ Εσημείωσα ότι σηματοδότες
τουλάχιστον που να βλέπω δεν υπάρχουν. Επροχώρησα
στον έλεγχο. ‘Καθρέπτες;’ ‘Τι θέλεις να δεις; … Εντάξει είσαι δεν έχεις τίποτα,
κάνε λίγο έτσι στη μύτη.’΄’Μα τι κάνετε;’ ‘Να εδώ στη μύτη έχεις μια μαυρίλα,
εντάξει τώρα.’ ‘Καθρέπτες κύριε δεν έχετε;!’ ‘Ρε κόλλημα, πήγαινε στην τουαλέτα
να δεις, δεν έχεις τίποτα σου λέω, τι ν’ αφνιός ρε!’ ‘Το όχημα πρέπει να φέρει
καθρέπτες!’ ‘Από πού;’ ‘Τι από πού;’ ‘Από πού να τους φέρει;’ ‘Δεν καταλαβαίνω
τι μου λέτε.’ ‘Καθρέπτες δεν είπες να φέρω;’ ‘Το όχημα κύριε!’ ‘Πως θα τους
φέρει το όχημα ρε, τηλεκατευθυνόμενο είναι;’ ‘Δεν συννενοούμαστε κύριε.’ ‘Φταίει που δεν
είσαι συγκεντρωμένος.’ ‘Μα δεν έχει καθρέπτες!’ ‘Συγνώμη, έτσι που πάω θα είναι
κάποιος πίσω μου;’ ‘Τέλος πάντων ας δούμε και τα φρένα.’ ‘Τα φρένα είναι για
τους κουλούς.’ ‘Παρακαλώ ας μεταβούμε στον ειδικό χώρο για έλεγχο.’ ‘Καλά κάτσε
πάνω.’
Αυτό το ομολογώ ήταν και το λάθος
που έκανα. Αλλά ήταν μικρή η απόσταση και πίστευα ότι το μόνο που θα υποστώ
ήταν ο θόρυβος. Στην αρχή ήρθε ο θόρυβος. Μετά ένοιωσα το στομάχι να μου
κολλάει στον οισοφάγο και το δεξί νεφρό στην πλάτη. Τα υπόλοιπα όργανα ακολούθησαν
παρόμ οια δρομολόγια. Μετά με εκτύπησε μυγάκι το οποίο και αισθάνθηκα σαν να με
εκτύπησε ο Μιχαήλ Τάησον. Θυμάμαι μόνο που είπα ‘το περάσαμε το σημείο ελέγχ-’.
Τραγικό λάθος. Όπως με ενημέρωσαν
στη διάρκεια της νοσηλείας μου αυτό λέγεται ‘έντο’ και πιθανότατα προέρχεται
από φυλή ημιάγριων του Βόρνεο ως τεχνική. Θυμάμαι να ίπταμαι, πράγμα που είναι
ωραίο σαν συναίσθημα όταν το βλέπεις σε όνειρο (και απ’ ότι μου λέει κι η
γιαγιά μου είναι ‘αλάφρωση’), όχι όμως όταν πετάς νιώθωντας ότι σε έχει
εκτοξεύσει ρωμαικός καταπέλτης και κυρίως όταν σκας πάνω στον εκατόνταρχο που
στην περίπτωση μου ήταν ο γενικός μου διευθυντής.
Απολυθείς και νοσηλευόμενος επαφίεμαι στην ελληνική
δικαιοσύνη και σε περίπτωση που δεν δικαιωθώ προτίθεμαι να αγοράσω μια μπερέττα
ή εν μεγάλον ρόπαλον και να του τη στήσω του κιαρατά.
Ευχαριστώ.