disable copy

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2014

H χαμένη ιστορία

του Tasos Pap

Την δημοσιεύω αυτούσια και χωρίς κανένα σχόλιο ή παρέμβαση. O λόγος που την βάζω στο blog είναι γιατί δεν θέλω να ξαναχαθεί στο 'ποτάμι' του net.

Πάμε;



Κάποτε στις αρχες του 1985.

Mας το σφυριξε το πρωί, αμέσως μετα την προσευχη, πριν μπούμε για μάθημα, ένας εκ της αγίας τριάς. Αναφώνισε λοιπον με τρεμάμενη φωνή, γουρλωμενα μάθια και κουνώντας χερια πόδια...:
''Μόλις σχολάσουμε θα πάμε από ένα στενάκι άλλο, να δούμε μνια τεράστια πορτοκαλί κρός...!!! -δεν 'εχετε ξαναδεί τετοια...!!!''

Τι ήταν να το πεί, δεν σχολάσαμε ποτέ εκείνη την μέρα.

Σε 3', μετα το κουδούνι, είμασταν εκεί. Στεκαμε και οι τρείς ο ένας δίπλα στον άλλον, με πεσμένες τις σάκες στα πόδια, με ανοικτά στόματα και γουρλωμενα μάθια. Δεν μιλούσε κανείς. Μονο κοιταζαμε. Ήταν το πρώτο που βλέπαμε, ποτέ. Ενα ολοκαίνουργιο, πορτοκαλί, HONDA XR600. Δίχως σταντ, ακουμπισμενο με το δεξί γκριπ στον τοίχο και ο πίσως τροχός κοντραρισμένος σε ενα τσιμεντόλιθο, γιατί ήταν ανηφόρα. Πράγματι μας φαινόταν τεράστιο, θηριώδες...
Καπχια στιγμή, δεν ξέρω μετα από πόσην ώρα, ανοιξε το παράθυρο πάνω από το μηχανάκι που κοιταζαμε, ξεπρόβαλε ένας μεγαλος κύριος και χαμογελώντας μας είπε...:

-''Τι κοιτατε ρε μάγκες εκεί, την μηχανάρα...?!''
-''Μαλιστα, δεν πειράζουμε τπτ, μονο κοιταμε,..!'' του απαντησαμε σχεδόν όλοι μαζί, κάπως ενοχικά.
-''Ωραιο εργαλείο, είναι του γυιού μου, δεν είναι όμως εδω να σας τον φωνάξω, να σας το βάλει μπροστα να το ακουσετε...!'' ειπε με περηφάνεια ο γέρος.

Μείναμε κόκκαλο. Ισως επειδή δεν περιμεναμε ποτέ ο γεράκος να καταλάβει την τρελα μας και το πάθος μας. Και ίσως γιατι ποτέ δεν θα περιμέναμε να ερχόταν κάποιος να μας βάλει μπροστα ένα μηχανάκι για να το ακούσουμε. Αλλωστε ποιοι ήμασταν εμείς για να μας δώσει σημασία ένας μεγαλος...? σε μνιά εποχή που τότε κανείς δεν έδινε σημασία στα παιδγιά...

Είπαμε ένα ξερό ''ευχαριστούμε, δεν πειράζει'' και εξαφανιστήκαμε τρέχοντας, αλλά πολύ ευχαριστημένοι... Έκτοτε περνούσαμε αραιά και πού, να το χαζευουμε αλλά μετα λίγο καιρό, δεν το ξαναείδαμε...

Τέλος 2006.



Το είχα αγοράσει ολοκαίνουργιο μόλις 3-4 μέρες πρίν. Το μοναδικό μηχανάκι που αγορασα καινούργιο στην ζωή μου. Δεν ξερω γιατι. Ισως επειδή, ήταν το ένα από τα δύο τελευταία εσώρουχα που απέμειναν στην Ελλάδα διότι ήδη είχε αντικατασταθεί από το γελοίο 1050.

Μονο που δεν μπήκα μες στον φούρνο, με το μηχανάκι. Βγαίνοντας με το ψωμί στο χέρι, βλέπω ένα γεράκο, χούφταλο σχεδόν, στηριζομενος σε μια μαγκούρα κι αυτός με το ψωμί στα χερια, να κοιτα/επεξεργάζεται από κοντα το τάιγκερ.
Περίμενα δίπλα του για λίγο.

-''Πολέμησα πάνω σε ένα τετοιο...'' μου είπε, διχως να με κοιτάξει, ενώ με την μαγκούρα του κοπάνησε το πίσω λάστιχο.
-''Που είσασταν...?! '' τον ρωτησα εκπληκτος.
''Βιάζεσαι..?!'' με ρώτησε και αμέσως συνέχισε ''...κάτσε να σου πώ και να σου δείξω...''
Εξω από τον φούρνο είχε μια πλαστική καρέκλα, κάθισε εκείνος εκεί κι εγω διπλα του, στο πεζούλι της τζαμαρίας.
-΄΄Ήμουν στην Α' Μοίρα Καταδρομών. Ξεκινησαμε το '47 απ΄την Βουλιαγμενη που ήταν το ΚΕΜΚ και γύρισα όλη την πελοποννησο πολεμώντας τους ανταρτες του Σαραφη...μεχρι το τέλος του '49... ήμουν συνδεσμος/αγγελιοφορος και πήγαινα την αλληλογραφια πάνω σε ενα εγγλέζικο Τράιομφ του '39...''



Ενώ μου τα έλεγε αυτά, με τρεμάμενα χερια από τα χρόνια άνοιγε αργα το πορτοφόλι για να μου δείξει δυό μικροσκοπικές φωτό ξεθωρασμένες, μιά πρόσωπο και μια μακρινη πάνω στο τριούμφ του, ημίγυμνος απ΄την μέση και πάνω μονο με το πολεμικό κράνος στην κεφαλή και το carbine Μ1Α1 περασμένο στον ώμο του.

''Κι εδω, είναι ο γιός μου,...!'' και μου έδει ξε με περηφάνεια, μιά φωτό εγχρωμη, κάπως τσαλακωμένη, με ένα νεο παλλικάρι πάνω σε ένα XR600 πορτοκαλί.
-''Ειναι το 1985, μολις πήρε το μηχανάκι του, 3μηνες μετά, τον χάσαμε με αυτο... κι ακόμη πενθω...'' συνεχισε, σκοτεινιασμενος πλέον.
Ενας κόμπος ανέβηκε αστραπιαία στον λαιμό μου.
-''Παππού, που μενεις, αν επιτρεπεται...?! μπορεσα κι άρθρωσα, περιμένοντας να μου πεί κάπου όσο πιο μακρυα, άν ήταν δυνατόν.
-''Εδω, παιδάκι, τρία στενά πιό δίπλα...'' μου ανταπάντησε κοιτωντας ακόμη, δακρυσμένος πλέον, την φωτό στα ροζιαζμένα του χερια...
Εκεί μπροστα στον φούρνο, αγκαλιαστήκαμε κ κλαίγαμε κι οι δύο.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Σιδερα για μενα η μοτοσυκλετες ειναι ενας σωρος απο παλιοσιδερα,μεσα απο αυτον τον σωρο ομως γνωριζεις ανθρωπους, μαθαινεις ιστοριες βλεπεις την ΖΩΗ!!

Μπραβο Τασο!!

jimmis

Χρήστος είπε...

Α ρε Τασο τι κουβαλαει η ψυχαρα σου.

Unknown είπε...

Δεν έχω λόγια.